ἐπακτήρ

ἐπακτήρ
ἐπακτήρ
hunter
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • επακτήρ — ἐπακτήρ, ο (Α) 1. ο επάγων κύνας, κυνηγός («οἱ δ ἐς βῆσσαν ἵκανον ἐπακτήρες», Ομ. Οδ.) 2. αλιέας, ψαράς. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ακ (< αγ θ. τού άγω) + τηρ] …   Dictionary of Greek

  • ἐπακτῆρας — ἐπακτήρ hunter masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπακτῆρες — ἐπακτήρ hunter masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπακτῆρσιν — ἐπακτήρ hunter masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπακτήρεσι — ἐπακτήρ hunter masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπακτήρεσιν — ἐπακτήρ hunter masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπακτήρεσσι — ἐπακτήρ hunter masc dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπακτήρεσσιν — ἐπακτήρ hunter masc dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπακτήρων — ἐπακτήρ hunter masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επακτρεύς — ἐπακτρεύς, ο (Α) βλ. επακτήρ 1. κυνηγός 2. ψαράς. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ακ (< αγ θ. τού άγω) + τρευς] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”